- Πάρνηθα
- I
Oρεινός οικισμός (υψόμ. 1.060 μ.), στην πρώην επαρχία Αττικής του νομού Ανατ. Αττικής. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αχαρνών και βρίσκεται πάνω στο ομώνυμο βουνό, B του δήμου.IIΌρος της Αττικής, το υψηλότερο και ογκωδέστερο, στα όρια με τη Βοιωτία. Μαζί με το Αιγάλεω, την Πεντέλη και τον Υμηττό κλείνουν το λεκανοπέδιο των Αθηνών. Αν και περιορισμένης έκτασης, η Π. παρουσιάζει μορφολογική ποικιλία, με μια συνεχή εναλλαγή κοιλάδων, χαραδρών και οροπεδίων. Ψηλότερη κορυφή είναι η Καραμπόλα (1.413 μ.) και ακολουθούν: Κορυφή της Κυράς (1.164 μ.), Αέρας (1.127 μ.), Ξεροβούνι (1.125 μ.), Κεραμιδί (983 μ.) κ.ά. Η βλάστησή της, που είναι πυκνή, αποτελείται κυρίως από έλατα και, στη χαμηλότερη ζώνη, από πεύκα και θαμνώδη.Η Π., εξαιτίας της θέσης της, είναι συνδεδεμένη με την αρχαία αθηναϊκή ιστορία. Στη κορυφή της υπήρχε άγαλμα του Δία Παρνηθίου και βωμοί του Δία Σημαλέου (εκείνου που δίνει τα μηνύματα) και του Ομβρίου Δία. Στις νοτιοδυτικές πλαγιές της υπάρχει το ιστορικό φρούριο της Φυλής. Όχι μακριά από το φρούριο υπάρχει το σπήλαιο του Πανός (Λυχναρόσπηλο), αφιερωμένο κατά την αρχαιότητα στον Πάνα και στις Νύμφες, στο οποίο, όπως απέδειξαν τα ανασκαφικά ευρήματα (αγγεία, ειδώλια, λύχνοι, αναθηματικά ανάγλυφα και επιγραφές), υπήρχε συνεχής λατρεία από τους προϊστορικούς έως τους βυζαντινούς χρόνους.Γεωλογία.– Από μορφογενετική άποψη σπουδαίο ρόλο έπαιξαν οι ορογενετικές κινήσεις, χωρίς να αποκλείεται και η δράση των ηπειρογενετικών. Βασικοί παράγοντες στον σχηματισμό του αναγλύφου της Π. είναι ένα πλήθος ρηγμάτων, πτυχώσεων, μεταπτώσεων κλπ., συνέπειες της επίδρασης τεκτονικών δυνάμεων. Η οροσειρά της Π. βρίσκεται στα όρια της αττικοκυκλαδικής μάζας (κρυσταλλοσχιστώδη πετρώματα) και της ζώνης Παρνασσού-Γκιόνας (δολομιτοποιημένοι ασβεστόλιθοι του τριαδικού). Το υπόβαθρο της οροσειράς αποτελείται από κρυσταλλοσχιστώδη πετρώματα μάλλον λιθανθρακοφόρου ηλικίας (στο θέμα αυτό έχουν διατυπωθεί πολλές απόψεις).
Πάρνηθα. Το βουνό αυτό αποτελεί κυρίαρχο στοιχείο του αττικού τοπίου.
* * *ηβλ. Πάρνης.
Dictionary of Greek. 2013.